Πόσες και πόσες φορές δεν έχουμε πει αυτή την φράση στην ζωής μας. Και συνήθως την λέμε όταν χρειαστεί να επαναλάβουμε κάτι μετά από κάποιο λάθος μας. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις, που ενώ δεν έχουμε κάνει λάθος αναγκαζόμαστε στην επανάληψη μιας βαρετής, κουραστικής και πολύ λίγες φορές ευχάριστη διαδικασίας. Μία από αυτές λοιπόν είναι και η «μετακόμιση».

Δεν ξέρω αν μετρήσατε, αλλά στην ζωή μας μετακομίζουμε αρκετές φορές. Αρχικά μετακομίζουμε στα δεκαοκτώ μας φεύγοντας για σπουδές. Μετά από πέντε-έξι χρόνια μετακομίζουμε στο πρώτο μας εργένικο σπίτι. Όταν παντρευτούμε μετακομίζουμε σε άλλο μεγαλύτερο σπίτι. Και ξανά μετακομίζουμε, όταν αποκτήσουμε πλέον το δικό μας σπίτι. Και θα σκεφτεί κάποιος ότι ξεμπερδέψαμε με τις «μετακομίσεις». Αμ δε!

Ενδιάμεσα αυτών, υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που μετακομίζουν λόγω επαγγέλματος, άλλοι επειδή ο σπιτονοικοκύρης τους βγάζει από το σπίτι γιατί το έδωσε προίκα στο παιδί του, ενώ άλλοι -όπως καλή ώρα η αφεντιά μου- για να πάνε για να μείνουν στο χωριό τους. Και οι λόγοι μιας «μετακόμισης» συνεχίζονται: «Μετακομίζω γιατί χωρίζω» λέει ο …Αντύπας, «Τα μάζεψα τα πράγματα και φεύγω από το σπίτι για να ζήσω σαν σπουργίτι» πετάγεται ο …Διονυσίου, «Θα αλλάξω γειτονιά να μην θυμάμαι εσένα» …ο άλλος, «Θα τα κάψω τα ρημάδια τα λεφτά μου» …λέει ο.. (λάθος αυτό δεν πάει εδώ!), και οι περιπτώσεις δεν έχουν τελειωμό!

Όπως και να έχει όμως το πράγμα, η κάθε «μετακόμιση» και ανεξάρτητα ποια συναισθήματα αυτή περικλείει, σηματοδοτεί και μία νέα αρχή. Ένα νέο τεταρτημόριο του κύκλου της ζωής μας, με κοινά χαρακτηριστικά την ανακατωσούρα (φασαρία, κούραση, ζημιές κ.ά.), και το γεγονός ότι στις μετακομίσεις χάνεις και βρίσκεις πράγματα. Βρίσκεις μπροστά σου αυτά που έχασες κατά την προηγούμενη, και χάνεις αυτά που θα βρεις στην …επόμενη. Πάντως, όλες τους οι «μετακομίσεις» θεωρούνται ΄΄προτελευταίες΄΄, καθόσον, η ΄΄τελευταία΄΄ είναι η «μετακόμιση εις …Κύριον». Και κατά την οποία μάλιστα, όλοι οι άλλοι τρέχουν εκτός από εσένα, που είσαι κουστουμαρισμένος, ξαπλωμένος και δεν σου καίγεται …καρφί. Τελικά, έχει και τα καλά της η …΄΄τελευταία΄΄. Είναι βρε παιδί μου ξεκούραστη. Αλλά ας αργήσει όμως να 'ρθει!

Μετά από πενήντα χρόνια εσωτερικής μετανάστευσης, έφτασε η πολυπόθητη στιγμή της μετακόμισής μας στο πέτρινο σπίτι των προγόνων μου. Ή σωστότερα, στα απομεινάρια ενός αρχικά τριώροφου σπιτιού, κτισμένο πριν εκατόν είκοσι έξι χρόνια, το οποίο μετά το κάψιμο από τους Γερμανούς απέμειναν μόνον οι στάβλοι και οι αποθήκες του ισογείου, τα οποία κατόπιν αποτέλεσαν την …κατοικία.

Και τι δεν είδαν, και τι δεν άκουσαν αυτοί οι πέτρινοι τοίχοι του από τις τέσσερις γενιές ανθρώπων που έζησαν μέσα σε αυτό. Τόσες και τόσες γεννήσεις αλλά και πολλούς θανάτους. Ευπορία αλλά και πολύ φτώχια. Ατελέσφορα προξενιά αλλά και στεριωμένους γάμους. Μόνιμο σπιτικό για τις ΄΄κλεμμένες΄΄ γυναίκες των προγόνων μου (γιατί έτσι συνήθιζαν οι περισσότεροι αυτών να …παντρεύονταν), αλλά και φιλόξενο κατάλυμα για πολλούς περαστικούς.

«Μητέρα»! Η χιλιοειπωμένη λέξη που βγαίνει ακόμα μέσα από τους τοίχους του. Και πώς να μην είναι, όταν, «Μητέρα» φώναζαν ακόμα και τα παιδιά την μάνα τους, και οι νύφες με τους γαμπρούς την πεθερά, επιδεικνύοντας όλοι τους τον σεβασμό στον θρόνο της γυναίκας μέσα στο σπίτι, εκτός! Εκτός από τα πολλά εγγόνια που την φώναζαν …«γιαγιά».

Επιστροφή λοιπόν σε αυτούς τους αγαπημένους πέτρινους τοίχους που καμία σχέση δεν έχουν με τα …΄΄πέτρινα χρόνια΄΄.

Στην όλη λοιπόν διαδικασία μιας «μετακόμισης», μεγάλο πονοκεφάλιασμα για τον άνδρα -πέραν των άλλων- είναι και η βιβλιοθήκη. Όχι ως έπιπλο αλλά ως περιεχόμενο, καθότι, και εν προκειμένω, κάτι λευκά μεταλλικά dexion πεταμένα στο πεζοδρόμιο της οδού «Τζανακάκη» των Χανίων το ΄79 έλυσαν έκτοτε το θέμα της «Βιβλιοθήκης». «Αποθήκη» την αποκαλεί η ΄΄Διεύθυνση΄΄ του σπιτιού μας. Και δεν έχει και άδικο σε αυτό, διότι, όπως λέει και η ίδια, μία ΄΄καθώς πρέπει΄΄ βιβλιοθήκη έχει τα βιβλία της ταξινομημένα και κάθετα ώστε να φαίνονται οι τίτλοι, και όχι ανάκατα και τρακαδιασμένα σε σωρούς το ένα πάνω στο άλλο, που μόνο αν εισακουστούν οι «Παρακλήσεις» ελπίζεις να βρεις αυτό που θέλεις. Έχει πάνω της μόνον βιβλία και όχι κάθε λογής χαρτιά (παλιόχαρτα τα αποκαλεί), άλλα σε χαρτόκουτα για να μη τα τρώει η σκόνη και άλλα εκτεθειμένα για να τα τρώει. Μία ΄΄καθώς πρέπει΄΄ βιβλιοθήκη θα πρέπει να βολεύει όχι μόνον εσένα αλλά και τους άλλους. Να την βλέπεις και να χαίρεσαι και όχι να λυπάσαι. Και σταματώ εδώ γιατί ήδη εκτέθηκα αρκετά με αυτά, και κάποια άλλα που ακούω κοντά τέσσερις δεκαετίες έγγαμου βίου!

Άντε τώρα όλον αυτόν τον ΄΄αχταρμά΄΄ να τον τσουβαλιάσεις, ή, σωστότερα να τον χαρτοκουτιάσεις. Βέβαια, αν έχεις την εμπειρία από «μετακομίσεις», με μπόλικη ΄΄χλωρίνη΄΄ το πράγμα γίνεται ευκολάκι. Δηλαδή, αραδιάζεις δίπλα σου μπόλικα χαρτοκούτια της …KLINEX, τα οποία είναι πολλάκις δοκιμασμένα για την σκληρότητα και ανθεκτικότητα του χαρακτήρα τους, και αρχίζεις να χαρτοκουτιάζεις. Αλλά από πού; Από πάνω προς τα κάτω ή από κάτω προς τα πάνω; Από δεξιά προς τα αριστερά, ή από αριστερά προς τα δεξιά; Βέβαια, απ΄ όπου και να αρχίσεις για κάποια πράγματα το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο, αλλά παρόλα αυτά πάντα σε απασχολεί η αρχή. Η κάθε αρχή γι΄ αυτό που πρόκειται να κάνεις. Ξεκινώ λοιπόν από κάτω προς τα πάνω, αδιαφορώντας για το «…μην μου έρθουν τα πάνω κάτω», καθόσον τα dexion ήταν καλά βιδωμένα στον τοίχο. Και από δεξιά προς τα αριστερά, ως «δεξιόχειρας» από την 13η εβδομάδα έμβρυο στην κοιλιά της μάνας μου. Ναι, από τότε επιλέγει το έμβρυο αν θα είναι «δεξιόχειρας» ή «αριστερόχειρας» την ζωή του. Αν θα ανήκει δηλαδή, στο 90% ή στο 10% αντίστοιχα, των ανθρώπων που κατηγοριοποιούνται ανάλογα του χεριού που χρησιμοποιούν με επιδεξιότητα.

Είπα τα ποσοστά «90% και 10%» και συμπτωματικά(!) το μυαλό μου πήγε στην ΄΄κρυφή΄΄ «Συμφωνία της Χαρτοπετσέτας», η οποία προέβλεπε ότι η επιρροή της Δύσης στην χώρα μας θα είναι κατά 90%, και το υπόλοιπο 10% υπό την επιρροή της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Και όλα αυτά γραμμένα, άκουσον-άκουσον, σε μία «χαρτοπετσέτα»! Αλλά, και κάπως έτσι δεν μοιράζεται και σήμερα ο …κόσμος, και σκοτώνεται ο κοσμάκης! Αυτό μαζί και κάτι άλλα σημαντικά που είχαν προηγηθεί συνέβαλαν στο να γεμίσουν τα dexion κυρίως από βιβλία σχετικά την πολιτική ιστορία (και τα πρόσωπα αυτής) της χώρας μας, ειδικά του τελευταίου αιώνα. Και από αυτή (την ιστορία), αυτό που προκαλεί περισσότερο ενδιαφέρον δεν είναι οι ήρωές της αλλά τα καθάρματά της. Γιατί μην μου πείτε ότι δεν υπήρξαν διαχρονικά και καθάρματα, τα οποία ακόμα και σήμερα πολύ δύσκολα τα αναγνωρίζεις!

Εν πάση περιπτώσει, στο άψε-σβήσε λοιπόν, ήρωες και καθάρματα ανακατεμένοι στα …KLINEX, και ο Θεός ας βάλει το χέρι του να μας φυλάξει στο μέλλον από τα δεύτερα.

«Πρόσεξε μην σπάσεις αυτό», «πρόσεξε μην σπάσεις το άλλο», «αυτό θέλει πολύ προσοχή», «πως τα βάζεις έτσι βρε παιδί μου», είναι οι κλισέ φράσεις που ακούει ένας άνδρας από την γλυκιά φωνούλα της γυναίκα του κατά την προετοιμασία της μετακόμισης. Και ως ασθενές φύλο που είμαστε εμείς οι άνδρες (αποτελεί ψευδαίσθηση ότι είμαστε το ισχυρό), δεν μένει παρά να προσέχουμε πολύ, γιατί ο σκληρός δίσκος των γυναικών είναι απεριόριστος σε μνήμη. Την δε κατάλληλη γι΄ αυτές ώρα, δεν χάνουν ποτέ την ευκαιρία να πατήσουν το «Enter», για να μας θυμίσουν τις κάθε λογής αθώες ΄΄ζημιές΄΄ που κάναμε. Ως αντιπερισπασμό φυσικά!

Ενώ, προσέξτε, αν αυτές σπάσουν κάτι, αμέσως την κάνουν ΄΄γαργάρα΄΄, και μην τυχόν τις πεις τίποτα γιατί την απάντηση την έχουν όλες μαγνητοφωνημένη: «Όλα από τα χέρια μου περνάνε, τι να σου κάνουν και αυτά τα έρημα»! Όλες, εκτός από την δικιά μου!
Και αφού τελείωσαν οι ώρες της επισταμένης ΄΄προσοχής΄΄, γυρισμό τώρα στην ώρα της χαλάρωσης, σκηνικό όμοιο με των Σαλονικιών, που δεν είναι παρά η ώρα του χαρτοκουτιάσματος των ΄΄παλιόχαρτων΄΄.

«Είναι ευκαιρία να τα ξεσκαρτάρεις», μου λέει η ΄΄Διευθύντρια΄΄, και φέρνει μια μαύρη σακούλα σκουπιδιών για τα …άχρηστα.
Το κακό με τα ΄΄παλιόχαρτα΄΄ είναι ότι για κάποια ξεχασμένη αιτία έχεις πολλά. Το καλό είναι ότι δεν θυμάσαι τι έχεις. Και λέω το «καλό» διότι, όταν τα πιάσεις ένα-ένα στα χέρια σου αυτά με έναν περίεργο τρόπο σε ταξιδεύουν στο παρελθόν, και ενώ ήσουν έτοιμος να τα ρίξεις στην μαύρη σακούλα για πέταμα, αυτά ανεξήγητα πάνε από μόνα τους και στρογγυλοκάθονται πάλι στο χαρτόκουτο αναμένοντας την νέα «μετακόμιση». Και κάπως έτσι η μαύρη σακούλα στο τέλος έμεινε άδεια!

Γελώντας και οι δυό μας, μου λέει η ΄΄Διευθύντρια΄΄: «πάλι τα κατάφερες να μην τα ξεφορτωθείς».
«Σε αντιγράφω», της απαντώ.
«Δηλαδή» μου λέει!
«Να, αμπαλάροντας μαζί σου τα σερβίτσια μέτρησα καμιά εκατοστή πιάτα (άλλα ρηχά, άλλα βαθιά), τέσσερις-πέντε δωδεκάδες μαχαιροπήρουνα (κάποιες ακόμα στα κουτιά τους), όπως επίσης και κάθε λογής μπόλικα ποτήρια και άλλα γυάλινα και μεταλλικά μαραφέτια. Κάθισα λοιπόν και σκέφτηκα, ότι όλος αυτός ο εξοπλισμός φτάνει να τραπεζώσουμε κοντά στα πενήντα άτομα, όμως, οι καρέκλες που έχουμε είναι μόνον δέκα, και επιπλέον το σπίτι μας δεν τους χωράει. Όταν σου πρότεινα δε ότι θα πρέπει να τα ξεσκαρτάρουμε (γιατί ήξερα ότι θα μου την πεις αργότερα), και να κρατήσουμε μόνον τα απαραίτητα, εσύ μου είπες ότι την κατάλληλη στιγμή όλα αυτά χρειάζονται.

Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με τα ΄΄παλιόχαρτά΄΄ μου. Την κατάλληλη στιγμή λίγο-πολύ όλα αυτά χρειάζονται!»
«Πάλι μου την έφερες» …μου λέει!
«Εσύ με προκάλεσες» …της απαντώ!
«Φτου και απ΄ την αρχή» …λοιπόν!
«Ακριβώς, Φτου και απ΄ την αρχή, με την ελπίδα ότι αυτή μας η «μετακόμιση» θα είναι η τελευταία από τις πολλές ΄΄προτελευταίες΄΄!

Θανάσης Μαλέτσικας, 23 Νοεμβρίου 2023
Υ.Γ.1. «Γράφεις πολλά και δεν σε διαβάζω» μου είπαν πολλοί γνωστοί. «Έχετε δίκιο, γι΄ αυτό άλλωστε δεν έγινα συγγραφέας γιατί θα πέθαινα της πείνας» …τους απαντώ πάντα με Εκτίμηση.
Υ.Γ.2. Από την βυζαντινή εποχή ως τα μέσα περίπου του 20ου αιώνα, οι μαθητές έγραφαν με κοντύλι, σε μια μικρή πλάκα φτιαγμένη από σχιστόλιθο. Όταν, λοιπόν, οι μαθητές έγραφαν την καλλιγραφία τους πάνω στην πλάκα, την έδιναν στο δάσκαλο για να την ελέγξει. Μετά τη διόρθωση, ο δάσκαλος ζητούσε από τους μαθητές να την ξαναγράψουν για εξάσκηση. Επειδή όμως πολλές φορές οι μαθητές δεν είχαν σφουγγάρι, έσβηναν την πλάκα με τα δάχτυλα, αφού προηγουμένως την έφτυναν. Από τότε επικράτησε η φράση: «Φτου κι απ’ την αρχή».

 

Ο Θανάσης Μαλέτσικας ...


Βίας ο Πριηνεύς: Άκουγε πολλά, μίλα την ώρα που πρέπει.

Θαλής o Μιλήσιος: Καλύτερα να σε φθονούν παρά να σε λυπούνται.

Κλεόβουλος ο Λίνδιος: Το μέτρο είναι άριστο.

Περίανδρος ο Κορίνθιος: Οι ηδονές είναι θνητές, οι αρετές αθάνατες.

Πιττακός ο Μυτιληναίος: Με την ανάγκη δεν τα βάζουν ούτε οι θεοί.

Σωκράτης: Εν οίδα ότι ουδέν οίδα. Ουδείς εκών κακός.

Θουκυδίδης: Δύο τα εναντιότατα ευβουλία είναι, τάχος τε και οργήν.

Πλάτων: Άγνοια, η ρίζα και ο μίσχος όλου του κακού. 

Αριστοτέλης: Δεν υπάρχει τίποτε πιο άνισο από την ίση μεταχείριση των ανίσων.