Με σκοπό την καλύτερη κατανόηση της Οικογενειακής αύρας είμαστε υποχρεωμένοι να επαναλάβουμε τον βασικό όρο ανάδυση: Ως ανάδυση, νοούνται τα χαρακτηριστικά και οι ιδιότητες, που προέρχονται (αναδύονται) από την σύνθεση διαφόρων στοιχείων ή συστατικών, που συγκροτούν ένα όλον. Η ανάδυση δεν ανάγεται, αποκλειστικά, στα χαρακτηριστικά και στις ιδιότητες των μεμονωμένων συστατικών. Δεν είναι επιφαινόμενα, ούτε εποικοδομήματα. Είναι ανώτερες ιδιότητες, που προέρχονται από την αλληλεπίδραση της οργανωτικής σύνθεσης του όλου. Οι αναδύσεις, όμως, επηρεάζουν το όλο σύστημα.

Όταν το κάθε συστατικό βρίσκεται στη σωστή αναλογία έχουμε αρμονική σύνθεση με άριστα αποτελέσματα. Κανένα συστατικό δεν κυριαρχεί, αλλά συμμετέχει αναλογικά σε ελεύθερη σύνθεση. Άρωμα και ευαρέσκεια αναδύονται από την αρμονία. Η δυσοσμία και ο αφόρητος θόρυβος κυριαρχούν σε περίπτωση αταξίας.

Η συνέχεια ΕΔΩ! 

Δημήτρης Κ. Μπάκας 

 

Εισαγωγή: Στο πλαίσιο της σύγχρονης Δημοκρατίας ο πολίτης συνιστά το θεμελιώδες υποκείμενο και καθορίζει με τη στάση του, το όραμά του και την κοινωνική ένταξή του μια ιδεατή Πολιτεία. Ενεργεί, ατομικά και συλλογικά σε δύο θεσμικές διαστάσεις της Δημοκρατίας: Στη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος σε επίπεδο κρατικών θεσμών και στο καθημερινό δικαίωμα κάθε πολίτη να προσδιορίζει τις πολιτικές αποφάσεις συνεχώς μέσω της ελεύθερης έκφρασής του. Όχι μόνο στην εκλογική διαδικασία. Στην αρχέγονη μορφή τής άμεσης δημοκρατίας (πόλη – κράτος) συντρέχει η ταύτιση, άρχοντα και αρχομένου. Ήτοι, ο πολίτης ήταν ο μόνος παράγοντας εξουσίας.

 Η άμεση δημοκρατία κατέστη ανεφάρμοστη για λόγους προφανείς. Στο αμιγές αντιπροσωπευτικό σύστημα η πολιτική λειτουργία του πολίτη συνήθως αρχίζει και τελειώνει με την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος. Το πεδίο συνάντησης της εξουσίας και κοινωνίας είναι η εκλογική διαδικασία. Αυτή η αυτονόμηση εξουσίας έναντι των αντιπροσωπευόμενων πολιτών, οδήγησε σε εκφυλιστικά φαινόμενα, όπως την επαγγελματικοποίηση της πολιτικής και την αποστασιοποίηση (ακηδία) των πολιτών από το πολιτικό γίγνεσθαι.

    

Η συνέχεια ΕΔΩ! 

Δημήτρης Κ. Μπάκας 

 
Ο Παντουρκισμός (Türkçulük) αποτελεί μια αλυτρωτικής φύσεως ιδεολογία, στόχος της οποίας είναι η πολιτιστική ή/και πολιτική ένωση όλων των λαών που έχουν (πραγματικά ή υποτιθέμενα) τουρκική καταγωγή. Η γέννηση του Παντουρκισμού ανάγεται στον 19ο αιώνα και πρωταγωνιστές υπήρξαν οι πληθυσμοί των Τατάρων που ζούσαν στα εδάφη της τσαρικής Ρωσίας. Η ιδεολογία αυτή υπήρξε εν πολλοίς μια αντίδραση στον Πανσλαβισμό και τις πιέσεις του, όπως ο εκρωσισμός. Η αντίδραση των «Τούρκων της Διασποράς» (Diş Türkler), όπως αποκαλούν οι Παντουρκιστές τους τουρκογενείς πληθυσμούς που ζουν εκτός της Τουρκίας (Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αρχικά), πήρε αρχικά τη μορφή μιας εντονότερης προσκόλλησης στην πίστη (Ισλάμ) και στις εθνικές τους ρίζες (Τουρκισμός). Αυτά τα δύο σημεία αναφοράς χρησιμοποιήθηκαν για την αναζήτηση πιθανών συμμάχων μέσα στα αντίστοιχα πλαίσια του Πανισλαμισμού και του Παντουρκισμού. Κύριος φορέας του Παντουρκισμού, υπήρξε μια ομάδα διανοουμένων, όπως ο Ismail Gasprinsky, ο Yusuf Akçura και ο Ahmet Ağaoğlu, οι οποίοι επεδίωξαν μια πολιτιστική προσέγγιση των τουρκογενών πληθυσμών (Τάταροι, Καζάκοι, Τουρκομάνοι, Ουζμπέκοι, Κιργίζιοι και Αζέροι) ως το πρώτο βήμα για μια πολιτική ένωση. Μέσω της έκδοσης δημοσιογραφικών άρθρων, βιβλίων, περιοδικών και της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, προσπάθησαν να εμφυσήσουν τις εθνικιστικές ιδέες τους, σε ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία (και αργότερα η Τουρκία) θεωρείτο ο πόλος κάτω από την πνευματική καθοδήγηση του οποίου θα ενώνονταν όλες οι τουρκογενείς ομάδες της Ρωσίας. Η αύξηση του κυβερνητικού ελέγχου εντός της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, οδήγησε αρκετούς οπαδούς του Παντουρκισμού σε φυγή είτε σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης, είτε (κυρίως) στην Οθωμανική Αυτοκρατορία όπου άρχισαν να διαδίδουν την ιδεολογία τους.
Πριν αναφερθεί η πορεία του Παντουρκισμού εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (και κατόπιν της Τουρκίας), πρέπει να επισημανθεί ότι ο όρος αυτός σε ορισμένες περιπτώσεις, χρησιμοποιήθηκε ως συνώνυμο (σκοπίμως ή μη) του Παντουρανισμού και του Τουρκισμού (πρώιμος τουρκικός εθνικισμός). Ο Παντουρανισμός πρεσβεύει την ένωση όλων των λαών που έλκουν ή θεωρούν ότι έλκουν την καταγωγή τους από μια φαντασιακή περιοχή της Κεντρικής Ασίας, το Τουράν. Ως εκ τούτου είναι μια ευρύτερη έννοια από τον Παντουρκισμό, καθώς περιλαμβάνει και λαούς όπως οι Ούγγροι, οι Φιλανδοί και οι Εσθονοί. Αντίστοιχα, ο όρος «Τουρκισμός» (Türklük) αναφέρεται στον πρώιμο τουρκικό εθνικισμό και σύμφωνα με Οθωμανούς διανοούμενους, είχε ένα πιο περιορισμένο πεδίο σε σχέση με τον Παντουρκισμό, αφορώντας στον εθνικισμό μόνο των Οθωμανών Τούρκων. Σε σχέση με αυτό, αρκετοί παντουρκιστές υποστήριξαν αργότερα ότι ο Παντουρκισμός αποτελούσε τη γνησιότερη μορφή του τουρκικού εθνικισμού.
Η πορεία του Παντουρκισμού στην Τουρκία, γνώρισε αρκετές διακυμάνσεις καθώς αφενός είχε να αντιμετωπίσει αντίθετες ιδεολογίες όπως ο Οθωμανισμός, ο Κεμαλισμός, ο Πανισλαμισμός, ο Τουρκισμός και ο Κομμουνισμός και αφετέρου αρκετές κυβερνήσεις τον αντιμετώπιζαν είτε καιροσκοπικά, είτε με μεγάλο σκεπτικισμό. Ο δεύτερος παράγοντας σήμαινε ότι σε πολλές περιπτώσεις, οι κινήσεις των Παντουρκιστών έπρεπε να είναι προσεκτικές και να εστιάζουν στην πολιτιστική πτυχή της ιδεολογίας, αποφεύγοντας την πολιτική τους τοποθέτηση. Εξού και οι διάφορες οργανώσεις τους καθώς και τα εκδιδόμενα έργα τους (άρθρα, βιβλία, μελέτες κ.λ.π.) είχαν πρωτίστως θεματολογία που παρέπεμπε στο πολιτιστικό – επιστημονικό πεδίο παρά στο πολιτικό. Ενδεικτικά, η εξέλιξή του κινήματος θα μπορούσε να διακριθεί στις κάτωθι χρονικές περιόδους:
α. Από τις αρχές του 20ου αιώνα έως και τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Καθώς ο Παντουρκισμός διέθετε τα χαρακτηριστικά αντίστοιχων ιμπεριαλιστικών ρευμάτων όπως ο Πανσλαβισμός και ο Πανγερμανισμός, υιοθετήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τα γερμανόφιλα στελέχη του Κόμματος Ένωση και Πρόοδος, όπως ο Ismail Enver Pasha, το οποίο μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων το 1908, είχε τον έλεγχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη σύμπραξη των Οθωμανών με τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες, η ιδεολογία αυτή, λειτούργησε ως μέσο κινητοποίησης των τουρκογενών πληθυσμών της Κεντρικής Ασίας, με σκοπό τη διάλυση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
β. Από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας έως τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Την περίοδο αυτή, ο Παντουρκισμός γνώρισε μια ύφεση καθώς ο Mustafa Kemal, είχε ως στόχο τη θεσμική και την κοινωνική – οικονομική αναδιοργάνωση της Τουρκίας, αποφεύγοντας τυχοδιωκτικές ενέργειες στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν επικίνδυνες καταστάσεις. Έτσι ο τουρκικός αλυτρωτισμός χαλιναγωγήθηκε σε σημαντικό βαθμό και αντικαταστάθηκε από τον Κεμαλισμό, ο οποίος προωθούσε έναν εθνικισμό που περιοριζόταν στα σύνορα του νεοπαγούς κράτους.
γ. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Από τον θάνατο του Kemal το 1938 και ιδίως κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρξε μια αναζωπύρωση του παντουρκικού κινήματος, καθώς η επίθεση της Γερμανίας κατά της ΕΣΣΔ αποτέλεσε μια πρώτης τάξης ευκαιρία για την ανεξαρτητοποίηση περιοχών της δεύτερης, στην οποία κατοικούσαν τουρκογενείς πληθυσμοί. Ο Παντουρκισμός επηρεασμένος από το Ναζισμό, ανέπτυξε και άρχισε να προβάλλει μια έντονη ρατσιστική πτυχή, υποστηρίζοντας μια υποτιθέμενη ανωτερότητα της τουρκικής φυλής. Αρκετοί Παντουρκιστές μετανάστες από την ΕΣΣΔ, όπως ο Ahmet Caferoğlu και ο Ayaz İshaki, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο σε διαπραγματεύσεις τόσο στη Γερμανία όσο και στην Τουρκία. Οι Παντουρκιστές χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και για τη στρατολόγηση Τουρκόφωνων αιχμαλώτων του Κόκκινου Στρατού, στα γερμανικά στρατόπεδα. Οι ομάδες που σχηματίζονταν επιδίδονταν σε ανταρτοπόλεμο σε συνεργασία με τις τακτικές γερμανικές δυνάμεις, κάτι που δεν ξέχασε η ΕΣΣΔ. Επισήμως όμως, αν και η τουρκική κυβέρνηση ανεχόταν και ενθάρρυνε σε κάποιο βαθμό αυτές τις κινήσεις, δήλωνε ότι ήταν υπέρ της ουδετερότητας. Η καιροσκοπική αυτή στάση συνδεόταν με το φόβο της σοβιετικής ισχύος. Είναι ενδεικτικό ότι ο τότε Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών, Mehmet Şükrü Saracoğlu, είχε εκμυστηρευθεί στον Franz von Papen ότι μέχρις ότου η Γερμανία συντρίψει ολοκληρωτικά την ΕΣΣΔ, η Τουρκία δεν μπορούσε να συμμαχήσει μαζί της, φοβούμενη αντίποινα σε βάρος των εκεί «τουρκικών» μειονοτήτων.
δ. Από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έως την άνοδο του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (Adalet ve Kalkınma Partisi, ΑΚΡ). Η λήξη του πολέμου και η ανάδειξη της ΕΣΣΔ σε υπερδύναμη δυσχέρανε τις βλέψεις των Παντουρκιστών σε εδάφη και πληθυσμούς που ζούσαν σε κομμουνιστικά καθεστώτα, εστιάζοντας σε πληθυσμούς που διαβιούσαν στην Κύπρο, την Ελλάδα, τη Συρία, το Ιράν και το Ιράκ, ενώ παράλληλα ανέπτυξαν έντονη αντικομμουνιστική δράση. Πέραν της έκδοσης άρθρων, βιβλίων και της ίδρυσης συλλόγων που γινόταν και κατά το παρελθόν, οι Παντουρκιστές επεδίωξαν εκ νέου, με έμφαση, την πολιτική τους οργάνωση. Το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1960-61 και η επακόλουθη φιλελευθεροποίηση ευνόησε τη δράση τους. Το 1965 υπήρξε ένας σταθμός καθώς ο Alparslan Türkeş, γνωστός Παντουρκιστής, ανήλθε στην ηγεσία του Εθνικού Αγροτικού Κόμματος, το οποίο μετονομάστηκε το 1969 σε Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (Milliyetçi Hareket Partisi, MHP) και υιοθέτησε τον Παντουρκισμό ως μια από τις επίσημες κομματικές αρχές. Έκτοτε το ΜΗΡ, επιχείρησε να μονοπωλήσει αυτή τη διευρυμένη μορφή επιθετικού εθνικισμού, κάτι που αποτυπωνόταν τόσο στα σύμβολα όσο και στην ιδεολογία του. Επί παραδείγματι, ο κομματικός τίτλος του Türkeş ήταν «Başbuğ» (ηγέτης) και προερχόταν από τις λαϊκές παραδόσεις των τουρκογενών πληθυσμών της Κεντρικής Ασίας, ενώ ένα από τα κομματικά σύμβολα ήταν το «Bozkurt» (λύκος της στέπας). Αξίζει να σημειωθεί ότι η στάση του Παντουρκισμού έναντι του Ισλάμ ήταν αμφίρροπη κι αυτό γιατί αφενός σημαντικό τμήμα των Παντουρκιστών επιθυμούσαν την επιστροφή των Τούρκων στην προϊσλαμική εποχή και έβλεπαν το Ισλάμ ως μια ανταγωνιστική ιδεολογία, αφετέρου όμως, δεν επιθυμούσαν να αποξενώσουν τις μάζες, στις οποίες ασκούσε σημαντική επίδραση η θρησκεία. Είναι ενδεικτικό ότι η επιλογή των τριών ημισελήνων ως επίσημου κομματικού συμβόλου το 1969, αντί του Bozkurt, ερμηνεύθηκε από ορισμένους Παντουρκιστές ως απομάκρυνση από τον Παντουρκισμό και στροφή προς τον Ισλαμισμό, οδηγώντας τους σε απομάκρυνση από το κόμμα. Αν και το ΜΗΡ κατάφερε με την προπαγάνδα του να κάνει τον Παντουρκισμό μια σημαντική τάση στην τουρκική πολιτική, δεν κατάφερε να τον μετατρέψει σε μαζικό κίνημα και να αντικαταστήσει τον Κεμαλισμό ως κρατική ιδεολογία.

Εικόνα 1: Alparslan Türkeş
ε. Από την άνοδο του ΑΚΡ στην εξουσία και εντεύθεν. Η άνοδος ενός ισλαμικού κόμματος στην εξουσία το 2002, σηματοδότησε σημαντικές αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό της γείτονος. Ο Recep Tayyip Erdoğan, έχοντας διδαχθεί από τα λάθη του πολιτικού του μέντορα, Necmettin Erbakan, παρουσίασε αρχικά ένα μετριοπαθές προσωπείο και εκμεταλλευόμενος τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνταν για προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατάφερε να εκτοπίσει το κεμαλικό κατεστημένο και τον Κεμαλισμό ως κυρίαρχη κρατική ιδεολογία. Ο Τούρκος πρόεδρος, έχει ως απώτερο στόχο την ανάδειξη της χώρας του σε μια παγκόσμιας εμβέλειας δύναμη, που θα συνομιλεί επί ίσοις όροις με κράτη όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα. Η ρητορική του, συγχέει στοιχεία Νεοοθωμανισμού (Yeni Osmanlıcılık), Πανισλαμισμού, Παντουρανισμού, Τουρκισμού και Παντουρκισμού, αναλόγως της περίστασης και του ακροατηρίου. «Παν-ιδεολογίες» όπως ο Πανισλαμισμός και ο Παντουρκισμός, χρησιμοποιούνται ως εργαλεία πολλαπλασιασμού της τουρκικής ισχύος καθώς στοχεύουν να την καταστήσουν σημείο αναφοράς ενός ευρύτερου γεωπολιτικού συνόλου.
Ως ισλαμιστής, ο Erdoğan χρησιμοποίησε ευρέως τον Πανισλαμισμό προκειμένου να μετατρέψει την Τουρκία σε φάρο του σουνιτικού Ισλάμ και προς αυτό το σκοπό υποστήριξε το κίνημα των Αδελφών Μουσουλμάνων, μετά τα γεγονότα της Αραβικής Άνοιξης. Αφενός όμως η αποτυχία του προαναφερθέντος κινήματος να καταλάβει την εξουσία στα μουσουλμανικά κράτη της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) και αφετέρου η σημαντική θέση κρατών όπως η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος στο χώρο του Ισλάμ, δυσκολεύουν τα τουρκικά σχέδια.
Αντιθέτως, ο Παντουρκισμός φαίνεται να πρωταγωνιστεί τελευταία στους σχεδιασμούς της Άγκυρας καθώς προσφέρει ένα λιγότερο ανταγωνιστικό πεδίο. Απευθυνόμενος ο Erdoğan, στα τουρκογενή κράτη του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας, ως επικεφαλής του πολυπληθέστερου και μεγαλύτερου τουρκικού κράτους, μπορεί να χρησιμοποιεί τόσο το χαρτί της θρησκείας όσο και της φυλής. Το γεγονός ότι ο Παντουρκισμός γεννήθηκε από αυτούς τους τουρκογενείς πληθυσμούς ως αντιστάθμισμα του Πανσλαβισμού, οι οποίοι απέβλεπαν στην τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία για βοήθεια, δίνει τη δυνατότητα στον Erdoğan να παρουσιάζει τα ιμπεριαλιστικά του σχέδια, ως απάντηση στις δικές τους παλιές εκκλήσεις. Κατ’ αυτό τον τρόπο, από εν δυνάμει επικυρίαρχος, αυτοπροβάλλεται ως προστάτης. Προσωπικό του στόχο, αποτελεί η ανάδειξή του σε ένα νέο Ataturk (πατέρα των Τούρκων) που δεν απευθύνεται μόνο στους Τούρκους εντός της Τουρκίας αλλά σε όλους τους τουρκογενείς πληθυσμούς, γι’ αυτό και είχε αναφερθεί προ ετών, στην Αστάνα του Καζακστάν, στα 300.000.000 Τούρκων. Η κυβερνητική σύμπραξη του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) με το κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) είναι σίγουρο ότι συνέβαλε στη χρήση του Παντουρκισμού ως εργαλείου εξωτερικής πολιτικής καθώς όπως προαναφέρθηκε, το ΜΗΡ λειτουργεί από τη δεκαετία του 1960 ως ο επίσημος πολιτικός φορέας αυτής της ιδεολογίας. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι πέρυσι, ο επικεφαλής του ΜΗΡ, Devlet Bahçeli, έκανε δώρο στον Erdoğan, έναν προκλητικό χάρτη του υποτιθέμενου «τουρκικού κόσμου», στον οποίο εκτός των τουρκογενών κρατών, περιλαμβάνει εδάφη όπου η Τουρκία θεωρεί ότι ζουν ομογενείς της, ουσιαστικά παρουσιάζοντας μουσουλμανικούς πληθυσμούς ως τουρκικούς (εικόνα 2).

Εικόνα 2: Ο Devlet Bahçeli δωρίζει στον Erdoğan ένα χάρτη του υποτιθέμενου «τουρκικού κόσμου».

Πολιτικά εργαλεία όπως ο Παντουρκισμός, μπορεί να προσφέρουν ευκαιρίες στον Erdoğan για ανοίγματα στην εξωτερική πολιτική αλλά ταυτόχρονα εμπεριέχουν περιορισμούς και κινδύνους. Όπως ο Νεοοθωμανισμός ενδέχεται να ανασύρει άσχημες μνήμες της οθωμανικής περιόδου στα κράτη της χερσονήσου του Αίμου και στον αραβικό κόσμο, οδηγώντας σε μια συσπείρωση εναντίον της Τουρκίας, έτσι και ο Παντουρκισμός με τις ρατσιστικές του αποχρώσεις και την επεκτατική του φύση, μπορεί να φέρει την Τουρκία αντιμέτωπη με μια σειρά κρατών όπως η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν. Άλλωστε ο Παντουρκισμός υπήρξε διαχρονικά ένα σημείο τριβής μεταξύ της Ρωσίας και της Τουρκίας καθώς βασική στόχευση αυτού του κινήματος ήταν οι περιοχές του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας. Όσο όμως ο Erdoğan διατηρεί αυτή την ιδιότυπη σχέση αλληλεξάρτησης με τον Putin στην προσπάθεια του να κάνει παζάρια με τη Δύση, τόσο θα επιχειρεί να εστιάζει την παντουρκική ρητορική του σε περιοχές που κατά τη γνώμη του κατοικούν "τουρκικοί" πληθυσμοί, αλλά δεν ενοχλούν τη Ρωσία (και την Κίνα). Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ενταχθεί και η πρόσφατη επιλογή του Erdoğan, να βάλει το κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου στον Οργανισμό Τουρκογενών Κρατών, με το καθεστώς του παρατηρητή.
Ταυτόχρονα, οι ανωτέρω περιορισμοί αποτελούν και ευκαιρίες προς εκμετάλλευση από κράτη όπως η Ελλάδα που απειλούνται ευθέως από τις τουρκικές βλέψεις. Η ελληνική διπλωματία μέσω μιας πολύπλευρης, ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής, δύναται να αναδείξει τις απειλές που προκύπτουν από τα τουρκικά σχέδια για κάθε εμπλεκόμενο στην ευρύτερη περιοχή, δημιουργώντας ένα κοινό μέτωπο έναντι του κράτους ταραχοποιού της περιοχής.
* Ο Γιώργος Παπαπολυχρονίου
Η ευημερία του νησιού που παρατηρήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα διακόπηκε απότομα το 1821, όταν οι Σαμοθρακίτες ξεσηκώθηκαν και αυτοί για ν’ απαλλαγούν από τον Τούρκο κατακτητή.
 
Μερικοί πρόκριτοι της Σαμοθράκης που είχαν μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία είχαν πληροφορίες ότι σε ορισμένο χρόνο θα επαναστατούσε ολόκληρη η Ελλάδα. Μόλις λοιπόν πληροφορήθηκαν τα γεγονότα στην Πελοπόννησο, έπεισαν τους κατοίκους του νησιού να κηρύξουν τον Απρίλιο του 1821, τους εαυτούς τους ελεύθερους και ν’ αρνηθούν να πληρώσουν τους οφειλόμενους στους Τούρκους φόρους. Συγχρόνως ένας Σαμιώτης που βρισκόταν στο νησί, άρχισε να γυμνάζει μερικούς Σαμοθρακίτες και να τους μαθαίνει σκοποβολή.
Η Τουρκική Κυβέρνηση, απασχολούμενη μ’ άλλα προβλήματα του κράτους, στην αρχή δεν πήρε κανένα μέτρο εναντίον του νησιού. Σε μερικούς μήνες όμως ο τουρκικός στόλος βγήκε από τον Ελλήσποντο και την 1η Σεπτεμβρίου αποβίβασε στο νησί χίλιους, ή σύμφωνα με άλλες πληροφορίες δύο χιλιάδες άνδρες, για να καταστείλουν την ανταρσία. Η καταστροφή που επακολούθησε ήταν ολοκληρωτική.
 
Οι Τούρκοι λεηλάτησαν τα πάντα, έκαψαν τα σπίτια, πήραν όλα τα ζώα, και από τους κατοίκους, όσοι δεν πρόφτασαν να φύγουν προς τα βουνά ή από τη θάλασσα για να γλιτώσουν, άλλους τους έσφαξαν κι άλλους, τους νεώτερους κυρίως, τους έφεραν στην Κωνσταντινούπολη για να πουληθούν για σκλάβοι, Ενώ δώδεκα τους κρέμασαν στα κατάρτια των πλοίων για εκφοβισμό των υπόλοιπων. Ο Άγγλος ιστορικός G. FINLAY γράφει χαρακτηριστικά: “Ήταν αδύνατο να υποθέσει κανείς ότι αυτοί οι άνθρωποι είχαν διαπράξει κάποιο έγκλημα που ν’ αξίζει μια τόσο σκληρή τιμωρία”. Αντίθετα ο Τούρκος ιστορικός Αχμέτ Δζεβέτ πασάς γράφει ότι ο στρατιωτικός διοικητής των Δαρδανελλίων έστειλε στη Σαμοθράκη μια μικρή στρατιωτική δύναμη για να καταστείλει την επανάσταση και ύστερα από συμπλοκή με τους κατοίκους, τους νίκησαν.
 
Ένα δραματικό επεισόδιο μετά την απόβαση των εχθρικών στρατευμάτων στο νησί περιγράφεται στην αφήγηση μιας νέας γυναίκας από τη Σαμοθράκη. Παραθέτονται παρακάτω μερικά αποσπάσματα.
“Οι κάτοικοι της Σαμοθράκης ζούσαν ως επί το πλείστον ποιμενική ζωή. Ανάμεσα σ’ αυτούς ζούσαν και μερικές πλούσιες οικογένειες. Είχαν καταφύγει εκεί από άλλα μέρη αμέσως μετά την οθωμανική κατάκτηση αφού Είχαν ξεπουλήσει προηγουμένως όλα τα πολύτιμα υπάρχοντά τους.

Από μια τέτοια οικογένεια ήμουν κι εγώ... Η αδελφή μου Κωνσταντία ήταν πολύ όμορφη με πολλούς θαυμαστές. Ανάμεσά τους ξεχώριζε ο Θεόφιλος, γιος ενός πλούσιου βοσκού. Κανείς δεν ήταν πιο γρήγορος στο τρέξιμο, πιο καλός σκοπευτής και πιο σπουδαίος κιθαρίστας από τον Θεόφιλο.. Την Κωνσταντία όμως την ήθελε κι ο γιός του Τούρκου καδή, ο Μεχμέτ, αλλά αυτή με επιμονή αρνιόταν τις προτάσεις του... Δυστυχώς όμως κάποια μέρα ο καπιτάν πασάς έπλευσε με το στόλο του για να υποτάξει το νησί. Τα άγρια στρατεύματά του έσφαξαν όλους σχεδόν τους κατοίκους όσους δεν πρόφτασαν να κρυφτούν. Ο Μεχμέτ ο ίδιος επικεφαλής ενός στίφους ψάχνει να βρει τον αντίζηλό του το Θεόφιλο που είχε καταφύγει μαζί με τον πατέρα του στο σπίτι μας για να μας προστατέψουν... Ύστερα από σκληρή μάχη κι αφού ο Θεόφιλος κατάφερε να εξοντώσει πολλούς Τούρκους τελικά βρήκε και ο ίδιος το θάνατο μπροστά στα μάτια μας από το χέρι του Μεχμέτ, παρά τις ικεσίες της Κωνσταντίας να τον λυπηθεί. Η Κωνσταντία αμέσως εκεί μπροστά μας αυτοκτόνησε βυθίζοντας ένα μαχαίρι στο στήθος της’’.
 
Ένα περίπου χρόνο μετά την καταστροφή, ο Αμερικανός φιλέλληνας που περιέπλεε τις ακτές και τα νησιά του Αιγαίου, πέρασε από τη Σαμοθράκη. Στο ημερολόγιό του σημειώνει:
“13 Ιουλίου 1822. Πλέαμε ανάμεσα στη Σαμοθράκη και στις ακτές της Θράκης. Ο άνεμος φυσούσε από το βορρά και την ανατολή. Προς το μεσημέρι γύρισε νοτιάς κι ο καπετάνιος αποβιβάστηκε στο νησί κι όταν γύρισε το βράδυ μας γέμισε με αχλάδια και σταφύλια που υπάρχουν στο νησί σε μεγάλη αφθονία. Κι εμείς πάλι στείλαμε λίγα παξιμάδια για τους φτωχούς κατοίκους, που σ’ αυτό το τόσο εύφορο νησί δεν είχαν ούτε ψωμί να φάνε.
 
Κυριακή, 14 Ιουλίου 1822. Άνεμος βορειοανατολικός. Το πρωί ο καπετάνιος αποβιβάστηκε πάλι στο νησί ενώ οι βάρκες ανοίχτηκαν για ψάρεμα. Ο καπετάν Σαχτούρης κι ο Ψαριανός πήγαν ν’ αγκυροβολήσουν κοντά στο [κενό] του νησιού αυτού.
Η Σαμοθράκη δεν έχει μεγάλη έκταση και όταν την πρωτοαντικρύσει κανείς μοιάζει σαν ένα ψηλό βουνό, όταν όμως την πλησιάσει κανείς θα εκπλαγεί από τη ρομαντική ομορφιά της και την ευφορία αυτού του γεμάτου γοητεία μέρους. Οι κοιλάδες μαζί με τις πεδιάδες είναι πολύ πλούσιες και το νησί έχει μεγάλη αφθονία από ελαιόδεντρα, ψάρια και γάργαρα νερά. Οι Τούρκοι έχουν ρημάξει τον τόπο, πήραν όλα τα ζώα από το νησί καθώς και πολλούς κατοίκους και τους πούλησαν για σκλάβους. Το νησί δεν παράγει καλαμπόκι. Οι κάτοικοι χάρηκαν πολύ για την ανταλλαγή ενός καλαθιού παξιμαδιών με φρούτα που τα ξεραίνουν (μήλα κι αχλάδια) και τα χρησιμοποιούν για ψωμί. Έτσι ένα νησί κάτω από την τουρκική τυραννία δεν παράγει αρκετό ψωμί για να θρέψει διακόσιους περίπου φτωχούς Έλληνες, ενώ παλιά που οι κάτοικοι το καλλιεργούσαν και ήταν το αγαπημένο νησί της θεάς Δήμητρας, μπορούσε να θρέψει πολλές χιλιάδες ανθρώπων”.
 
Τα θλιβερά γεγονότα περιγράφει και ο POUQEVILLE:
“Η Σαμοθράκη, έδρα των μυστηρίων στα οποία είχαν μυηθεί ο Ορφέας καθώς και άλλοι ήρωες, έχει διατηρήσει κάτι το μυστηριώδες ως σήμερα. Οι γυναίκες έχουν τη δύναμη να προλέγουν το μέλλον, αλλά αντί για ήρωες και βασιλιάδες βλέπουν τώρα να πλησιάζουν στις ακτές Έλληνες ναυτικοί που έρχονται ν’ αγοράσουν φυλαχτά για να τους έρθουν οι άνεμοι ευνοϊκοί ή γριές παραμάνες που οι κυράδες τους τις έχουν επιφορτίσει να έρθουν να πληροφορηθούν αν ένας αγαπημένος εραστής θα μείνει πιστός σ’ αυτές ή αν θα ξαναγυρίσει σ’ αυτές αφού πρόδωσε πρώτα τους όρκους του. Στο νησί αυτό ζούσαν τριακόσιες οικογένειες ελληνικές ευχαριστημένες μέσα στις κοιλάδες με τις δροσερές φυλλωσιές, με τα πρόβατά τους, χωρίς να υποπτεύονται την καταστροφή που σκέπασε ολόκληρη την Ελλάδα, όταν ξαφνικά αποβιβάστηκαν οι Τούρκοι.

Μέρα πένθους. Η φρίκη κι ο θάνατος απλώνονται σ’ ολόκληρο το νησί. Το χωριό Κάστρο παραδίδεται στις φλόγες, οι Τούρκοι διατρέχουν τις πεδιάδες, ψάχνουν στις κοιλάδες και στα δάση. Οι γυναίκες και τα παιδιά αλυσοδένονται, οι άνδρες αποκεφαλίζονται εκτός από μερικούς, που τους φυλάγουν για να τους κρεμάσουν στα κατάρτια των πλοίων, όταν νικητές θα μπαίνουν στην Κωνσταντινούπολη. Αλυσοδεμένους τους σέρνουν μαζί με τις αθώες οικογένειές τους στα πλοία και τους στιβάζουν μαζί με σωρούς κεφαλιών προορισμένων να κοσμήσουν την πύλη του σεραγιού. Φριχτός φόρος. Οι γυναίκες που ήταν καταδικασμένες να μπουν στα κακόφημα σπίτια (σύμφωνα με το πολεμικό δίκαιο των Μωαμεθανών) κατάφεραν να μετριαστεί η ποινή τους, χάρη στην απληστία των δεσποτών που τις πούλησαν μαζί με τα παιδιά τους στην αγορά του Σουλτανιέ Καλεσί. Ακόμη οι Τούρκοι δεν ξέχασαν να στοιβάξουν σε σωρούς τα κομμένα κεφάλια κάτω από τα παράθυρα του Γάλλου υποπρόξενου”.
 
Αυτά είναι όσα ξέρουμε για το κίνημα και το τέλος του από γραπτές πηγές. Διάφορες λεπτομέρειες , επίσης,  μας έχει διασώσει και η προφορική παράδοση. Σύμφωνα λοιπόν με διάφορες διηγήσεις η αποβίβαση των Τούρκων έγινε στη νοτιοδυτική παραλία του νησιού, στη θέση Μακριλιές και η πρώτη συμπλοκή έγινε στη θέση Μύλοι. Οι Έλληνες είχαν πιάσει τα υψώματα Κούκου και Βρυχού και μόλις εμφανίστηκαν οι Τούρκοι άρχισαν να πυροβολούν. Οι Τούρκοι στην αρχή σταμάτησαν την επίθεση, ύστερα όμως ανασυντάχθηκαν και ξαναεπιτέθηκαν με ορμή, και σε λίγο, αφού άλλους είχαν σκοτώσει και άλλους συλλάβει, έγιναν κύριοι του χωριού. Σκότωσαν πολλά γυναικόπαιδα, άλλα τα αιχμαλώτισαν, λεηλάτησαν τα σπίτια και τις εκκλησίες από όπου πήραν και κράτησαν για τον εαυτό τους τα πιο πολύτιμα αντικείμενα ενώ όσα βιβλία ή έγγραφα έπεσαν στα χέρια τους τα έσκισαν ή τα έκαψαν. Το Ευαγγέλιο της εκκλησίας, ένας στρατιώτης το τρύπησε πέρα ως πέρα με τη λόγχη του. Το Ευαγγέλιο αυτό ο Ίων Δραγούμης το βρήκε στη βιβλιοθήκη του Νικ. Φαρδύ και το έστειλε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο όπου φυλάγεται ως σήμερα σαν εθνικό κειμήλιο.
 
Εφτακόσιους από τους κατοίκους που είχαν καταφύγει στα βουνά, οι Τούρκοι με δόλο και με τη βοήθεια ενός προδότη, του Κυριάκου, που οι Τούρκοι επονόμασαν Τσαούση, τους έφεραν πίσω και τους έσφαξαν στη θέση Εφκά, κάτω από το βυζαντινό φρούριο. Από την εποχή της καταστροφής σώζεται η τοπική παροιμία “Δεν είμαι από τους εφτακόσιους” που σημαίνει “δεν ξεγελιέμαι εύκολα”.
 
Η πρώτη Σεπτεμβρίου 1821 ονομάζεται από τους Σαμοθρακίτες “ημέρα του χαλασμού” και ανάμνηση της τραγικής αυτής μέρας είναι το τετράστιχο:
Σήμερα είναι Τρίτη και πρωτοσταυρινιά
(δηλ. πρώτη Σεπτεμβρίου)
Όπου μας εχάλασαν οι Τούρκοι, τα σκυλιά
Που παίρναν τα κεφάλια κι αφήναν τα κορμιά
Γεμίσαν τα σοκάκια και όλα τα στενά.
 
Υπάρχει και μια άλλη παραλλαγή που διασώζει ο Ίων Δραγούμης στο χειρόγραφο του έργου του “Σαμοθράκη”, στη σελίδα 8.
Σήμερα είναι σκόλη, η πρωτοσταυρινιά
Πούρθαν και μας χαλάσαν οι Τούρκοι τα σκυλιά
Που παίρναν τα κεφάλια κι αφήναν τα κορμιά
Στην Πόλη τα πηγαίναν στον Καπετάν Πασά
Που τσ’ έδινε μπαξίσι από δώδεκα φλουριά
 
Τις προφορικές αυτές παραδόσεις κατέγραψε ο Ίων Δραγούμης σε ένα “σημείωμα” όπως το ονομάζει ο ίδιος στο βιβλίο του “Σαμοθράκη”, που σώζεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο και που δημοσιεύεται στο Παράρτημα. Περιγραφή της σφαγής δημοσίευσε και ο Νικ. Φαρδύς στην εφημερίδα “Απόλλων” το 1886. Η εφημερίδα αυτή είναι αρκετά σπάνια, για το λόγο αυτό η αφήγηση του Φαρδύ περιλαμβάνεται και αυτή στο Παράρτημα.
 
Σχετικό με τη σφαγή και τον εξανδραποδισμό των κατοίκων κατά το 1821 είναι και το επεισόδιο των πέντε μαρτύρων της Σαμοθράκης. Πέντε από τους αιχμαλώτους που οι Τούρκοι έφεραν στην Κωνσταντινούπολη και είχαν ασπασθεί τον Μωαμεθανισμό, αρκετά χρόνια αργότερα, το 1837, γύρισαν στο νησί και έγιναν πάλι χριστιανοί. Γι’ αυτό οι Τούρκοι τους βασάνισαν και τους θανάτωσαν στη Μάκρη. Η μνήμη τους γιορτάζεται στη Σαμοθράκη στη Μάκρη και στο Άγιο Όρος την Κυριακή του Θωμά και ένας μοναχός, ο Ιάκωβος, τους έγραψε ακολουθία που ψάλλεται τη μέρα εκείνη. Ο Ίων Δραγούμης σημειώνει στο χειρόγραφο για τη Σαμοθράκη:
Εκκλησία στο Λάκωμα δεν είναι, μονάχα ένα παρεκκλήσι μισογκρεμισμένο΄ μερικά κεριά έκαιγαν μπροστά σε κάποια κονίσματα. Είδα εκεί, δεξιά, την εικόνα των πέντε νεομαρτύρων της Σαμοθράκης, με φουστανέλλες και με τα ονόματά τους γραμμένα. Τα ονόματά τους είναι:
Μανουήλ Παλογούδας Γερο-Εμμανουήλ
Μιχαήλ Κύπριος
Θεόδωρος Δημητρίου Καλάκου
Γεώργιος Κουρούνης
Γεώργιος...
Στη χώρα μ’ έδειξαν (και με την αντέγραψε έπειτα ο δάσκαλος Ρηγόπουλος) την ακολουθία τη χειρόγραφη που την ψέλνουν στη Σαμοθράκη, στη Μάκρη και στο Άγιο Όρος για τη μνήμη των 5 νεομαρτύρων. “Ακολουθία των εκ Σαμοθράκης εις Μάκρην της Θράκης μαρτυρησάντων πέντε μαρτύρων, Μανουήλ, Θεοδώρου, Γεωργίου, Μιχαήλ και Γεωργίου τω 1837 (αωλζ’) ημέρα Δευτέρα. Εγράφη δε και συνετέθη αύτη η ακολουθία τω χιλιοστώ τεσσαροκοστώ τρίτω προτροπή μεν του Κου Ανθίμου επισκόπου Τραϊανουπόλεως, πάνω δε και πολλή σπουδή Ιακώβου μοναχού, 1843”. Το αντίγραφο το έστειλα από το Δεδεαγάτς στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία, όπως της έφερα μόνος μου και το Ευαγγέλιο το τρυπημένο από τους Τούρκους. Της έδωσα και ένα σημείωμα για το Κίνημα των Σαμοθρακιτών στα 1821, και ο Φαρδύς έγραψε στον “Απόλλωνα” των 1886 Φύλλων 40-41 (Αυγούστου και Σεπτεμβρίου) για το Κίνημα και τη σφαγή της Σαμοθράκης. Τα κόκκαλα των αγίων νεομαρτύρων ήταν στη Μάκρη — όπου και εμαρτύρησαν — ύστερα τα πήγαν στο Άγιο Όρος και τώρα είναι εδώ, στη Σαμοθράκη.
 
Το Χρυσό Μετάλλιο με το οποίο η Ακαδημία Αθηνών τίμησε τη Σαμοθράκη στις 23 Μαρτίου 1980, είναι μια τιμητική αναγνώριση της μικρής ίσως σε μέγεθος, απέναντι στο μεγάλο Αγώνα του ‘21, αλλά υψίστης σε σημασία ουσίας, του νησιού.
 
*Σημ. 1. Από την ιστορική μελέτη της κ. Σόφης Ν. Παπαδημητρίου υπό τον τίτλο “ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ”, που τιμήθηκε με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1981 και ύστερα από την ευγενική άδεια της συγγραφέα.
* Πηγή: Ημερολόγιο – Λεύκωμα της Θρακικής Εστίας, Τεύχος πέμπτον, Θεσσαλονίκη 1987-1988.
 
 
 
 

Βίας ο Πριηνεύς: Άκουγε πολλά, μίλα την ώρα που πρέπει.

Θαλής o Μιλήσιος: Καλύτερα να σε φθονούν παρά να σε λυπούνται.

Κλεόβουλος ο Λίνδιος: Το μέτρο είναι άριστο.

Περίανδρος ο Κορίνθιος: Οι ηδονές είναι θνητές, οι αρετές αθάνατες.

Πιττακός ο Μυτιληναίος: Με την ανάγκη δεν τα βάζουν ούτε οι θεοί.

Σωκράτης: Εν οίδα ότι ουδέν οίδα. Ουδείς εκών κακός.

Θουκυδίδης: Δύο τα εναντιότατα ευβουλία είναι, τάχος τε και οργήν.

Πλάτων: Άγνοια, η ρίζα και ο μίσχος όλου του κακού. 

Αριστοτέλης: Δεν υπάρχει τίποτε πιο άνισο από την ίση μεταχείριση των ανίσων.