Αναδιφώντας την ιστορία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, διαπιστώνουμε ότι πριν από όλες ανεξαιρέτως τις μεγάλες στιγμές της υπήρχε μια έκθεση που αναδείκνυε την ανάγκη των μεγάλων αλλαγών που ακολουθούσαν. Της ίδιας της ίδρυσης της ΕΟΚ προηγήθηκε η έκθεση Σπάακ, το σχέδιο Λευκής Βίβλου του λόρδου Κόφιλντ αποτέλεσε τη βάση των αποφάσεων για την εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς, ενώ οι εκθέσεις Πάντοα-Σκιόπα και Ντελόρ αποτέλεσαν τον προάγγελο της θεσμοθέτησης της ΟΝΕ. Δεν ισχύει βέβαια υποχρεωτικά και το αντίστροφο, δηλαδή ότι όλες οι εκθέσεις οδήγησαν και σε μεγάλες αλλαγές. Έτσι, για παράδειγμα, η έκθεση Μακ Ντούγκαλ που ήδη το 1974 πρότεινε να ανέλθει ο προϋπολογισμός της ΕΟΚ στο 5% του κοινοτικού ΑΕΠ μάταια περιμένει ακόμη, πενήντα χρόνια μετά, να εισακουστεί η πρότασή της.
Πολλά όμως δείχνουν ότι η έκθεση του Ενρίκο Λέττα για τη μεταρρύθμιση της ενιαίας αγοράς , που υποβλήθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και δημοσιεύθηκε χθες, μάλλον στην πρώτη κατηγορία των παραπάνω εκθέσεων πρέπει να καταταγεί. Και τούτο επειδή προκύπτει όχι ως πρωτοβουλία κάποιων εμπνευσμένων ανθρώπων ή κύκλων αλλά ως «ώριμο τέκνο» των ραγδαίων γεωπολιτικών εξελίξεων. ‘Όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στην αρχή της έκθεσης « Η Ενιαία Αγορά γεννήθηκε σε έναν μικρότερο κόσμο».
Τολμηρές και μερικές φορές ρηξικέλευθες οι προτάσεις της έκθεσης των Ιταλού πρώην πρωθυπουργού. Ο πυρήνας της έκθεσής του, που συνοψίζεται και στον τίτλο της, είναι ότι η ενιαία αγορά πρέπει να μετατραπεί σε κάτι πολύ μεγαλύτερο από αγορά. Έτσι, η έκθεση δεν περιορίζεται στενά σε απόψεις για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς αλλά επεκτείνεται σε προτάσεις για τα περισσότερα από τα πεδία δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αρχίζοντας από την ανάγκη θέσπισης μιας «πέμπτης» ελευθερίας, δηλαδή την προσθήκη της Έρευνας, Καινοτομίας και Εκπαίδευσης στον πυρήνα της εσωτερικής αγοράς, η έκθεση προχωρά στην αναζήτηση τρόπων χρηματοδότησης των στρατηγικών στόχων της Ένωσης και ακολούθως περνά στην ανάγκη διεύρυνσης της ενιαίας αγοράς στους τομείς των Τηλεπικοινωνιών, της Ενέργειας, της αμυντικής βιομηχανίας και των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Σημαντικό μερίδιο στην προτεινόμενη νέα μορφή της ενιαίας αγοράς έχει η οικονομική και κοινωνική συνοχή, στην οποία προσδίδει όμως ένα νέο διευρυμένο περιεχόμενο και την εντάσσει στο γενικό πλαίσιο της ελευθερίας του ευρωπαίου πολίτη να παραμένει στον τόπο του, συμπληρωματικά και όχι αντιθετικά προς τις υφιστάμενες τέσσερις ελευθερίες διακίνησης ανθρώπων, αγαθών, κεφαλαίων και υπηρεσιών.
Η αγωνία για τις στρεβλώσεις ανταγωνισμού που προκαλούν οι κρατικές ενισχύσεις των οικονομικά ισχυρών κρατών προς τις επιχειρήσεις τους οδηγεί την έκθεση σε ρηξικέλευθες, αν όχι και επαναστατικές, προτάσεις υποκατάστασης μέρους των κρατικών ενισχύσεων από ευρωπαϊκές, οι οποίες θα χρηματοδοτούνται από μέρος των σημερινών δαπανών κρατικών ενισχύσεων των κρατών-μελών. Πρόκειται για μια πρόταση η οποία, αν γίνει αποδεκτή, θα σηματοδοτήσει την αρχή μιας νέας εποχής στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Η άλλη, επίσης ρηξικέλευθη, πρόταση αφορά την ανάγκη ουσιαστικής υποστήριξης της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας με πόρους από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), ενώ δεν κρύβεται η συμπάθεια των συντακτών της έκθεσης για ένα ευρω-ομόλογο ενίσχυσης της αμυντικής βιομηχανίας. Τονίζεται δε η ανάγκη υποστήριξης γενικότερα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και της επιδίωξης της στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ « ενισχύοντας θέσεις εργασίας και βιομηχανίες στην Ευρώπη, αντί να χρηματοδοτούμε εταίρους ή και ανταγωνιστές» όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ενρίκο Λέττα. Για τον σκοπό αυτό προτείνει έξυπνους συνδυασμούς κρατικής και ιδιωτικής χρηματοδότησης, με κύριο στόχο την προσέλκυση πράσινων και ψηφιακών επενδύσεων.
Οι προτάσεις δεν σταματούν βεβαίως εδώ. Η έκθεση είναι γεμάτη από καινοτόμες και ενίοτε επαναστατικές προτάσεις. Η εφαρμογή των περισσοτέρων – αν όχι όλων – εξ αυτών φαίνεται να είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη για τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας της ενωμένης Ευρώπης, την ενίσχυση της στρατηγικής αυτονομίας της στο νέο γεωπολιτικό σκηνικό και, εν τέλει, την οικονομική και πολιτισμική επιβίωσή της. Δεν γνωρίζουμε, τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, ποια τύχη θα επιφυλάξει στις προτάσεις αυτές το εν εξελίξει Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ίσως οι επί θύραις ευρωεκλογές δεν ενθαρρύνουν τους 27 να λάβουν τώρα τέτοιου μεγέθους αποφάσεις.
Αλλά αμέσως μετά τις ευρωεκλογές, και υπό την προϋπόθεση μη δυσάρεστων εκπλήξεων από το αποτέλεσμά τους, όλα πρέπει να θεωρούνται ανοιχτά. Το βέβαιον πάντως πρέπει να είναι ότι η έκθεση Λέττα δεν συντάχθηκε για να μπει σε κάποια συρτάρια των ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Αν μάλιστα συνδυασθεί και με την αναμενόμενη έκθεση Ντράγκι, επίσης τολμηρή όπως διαφαίνεται, μπορεί βάσιμα να υποστηριχθεί ότι η ενωμένη Ευρώπη, έστω και πειθαναγκαζόμενη, βρίσκεται σε περίοδο επώασης σημαντικών αλλαγών, ενδεχομένως ανάλογη προς τις περιόδους που προηγήθηκαν των μεγάλων στιγμών της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Παρά τις επί μέρους – και πολλές φορές δικαιολογημένες – γκρίνιες, φαίνεται ότι η Ευρώπη κινείται και πάλι. Υπό την προϋπόθεση ότι θα τη βοηθήσουν και οι ψηφοφόροι του Ιουνίου.