Αγαπητοί Φίλοι και Φίλες,
Χρόνια Πολλά.
Ευχαριστώ όλους, και ήταν πολλοί (ες) που με ετίμησαν στη διαδικτυακή μου διάλεξη: 28η Οκτωβρίου 1940: Μην αφήνουμε τα έπη μας να ξεθωριάζουν!
Είπαν ότι ήταν μια εξαιρετική, μαξιμαλιστική, διδάσκουσα, ολοκληρωμένη αλλά και πολύ συναισθηματική Ομιλία και τους ευχαριστώ πολύ.
Την συνιστώ σε όλους: Θα κάνει τους μεγάλους να νοσταλγήσουν και να βουρκώσουν, τους μεσαίους να καμαρώσουν για τους πατεράδες και παππούδες τους και τους νέους να μάθουν καλύτερα ποιές είναι οι αξίες αλλά και οι δυνατότητες τις φυλής μας. Οσο προχωράει το βίντεο γίνεται καλύτερο και αποθεώνεται στο τέλος!
ΕΔΩ το βίντεο της ομιλίας!
Στη συνέχεια το κείμενο της ομιλίας!
Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι και φίλες, καλησπέρα σας.
Είναι μεγάλη τιμή αλλά και διπλή η χαρά για την εκφώνηση του πανηγυρικού λόγου για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940.
2420 χρόνια μετά το Μολών Λαβέ του Λεωνίδα. Το όχι της 28ης Οκτωβρίου 1940 σηματοδότησε μία από τις λαμπρότερες σελίδες της ιστορίας μας, ενσαρκώνοντας τη συλλογική αντίσταση του λαού μας σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές. Η ιταλική επίθεση δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Η Βουλγαρία με την προδοτική συμμαχία της με τις δυνάμεις του Άξονα, άνοιξε την όρεξη της Ιταλίας που προετοιμάστηκε για εισβολή στην Ελλάδα, προχωρώντας σε μια σειρά προκλήσεων οι οποίες περιελάμβαναν δυσφημιστική εκστρατεία του ιταλικού Τύπου, Αεροπορικές παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου και επιθέσειςεναντίον των πλοίων μας. Η ιταλική προκλητικότητα κορυφώθηκε με τον άνανδρο τορπιλισμό της Έλλης στις 15 Αυγούστου του 1940 στο λιμάνι της Τήνου, την ώρα που στο έθνος εορτάζεται η μεγαλύτερη εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Έτσι, τα ξημερώματα της Δευτέρας της 28ης Οκτωβρίου 1940, η Ελλάδα μπήκε στη σκηνή των πρωταγωνιστών της μεγάλης τραγωδίας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Για εκείνη την ημέρα της 28ης Οκτωβρίου. Έχουν δίκιο και εκείνοι που αναφέρονται στον πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά, του οποίου αλόρ σε λα γκαίρ αντιστοιχεί με ένα περίτρανο όχι. Αλλά και οι άλλοι που υποστηρίζουν ότι το όχι το είπε λαός. Και ο μεν πρωθυπουργός έδωσε την πολιτική απάντηση που ταιριάζει σε έναν πρωθυπουργό ο οποίος ηγείται ενός περήφανου λαού. Ο δε λαός έδωσε την απάντησή του με το να ανταποκριθεί άμεσα και ολόψυχα στο κάλεσμα της πατρίδας. Ενώπιον μιας μεγάλης δυνάμεως που διεκδικεί τα όσα η δύναμη της επιτρέπει.
Ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς και ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού στρατηγός Αλέξανδρος Παπάγος, παρακολουθώντας τη γενικότερη κατάσταση στην Ευρώπη, είχαν εκτιμήσει ότι τα σύννεφα του πολέμου πυκνώνουν. Και όταν ήρθε η στιγμή είπε το μεγάλο όχι. Γράφει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος Πρέπει να είμεθα χωρίς άλλο ευγνώμονες στον Ιωάννη Μεταξά. Διότι ολομόναχος είπε στο σκοτάδι της νυκτός το μέγα όχι. Ας είμεθα λοιπόν τίμιοι απέναντι της ιστορίας. Το μεγάλο όχι είναι πράξις του Ιωάννου Μεταξά.
Οι ιταλικές ένοπλες δυνάμεις υπερτερούν σημαντικά τόσο σε αριθμούς όσο και σε ποιότητα υλικού στα αλβανικά σύνορα. 35.000 Έλληνες με 40 πυροβολαρχίες θα αντιμετώπιζαν 135.000 Ιταλούς με 135 πυροβολαρχίες, 150 άρματα μάχης, 18 ίλες ιππικού, 6 τάγματα όλμων και ένα τάγμα πυροβόλων. Ο ελληνικός στόλος, εκτοπίσματος 14,400 τόνων, αντιπαρατίθεται με τον αντίστοιχο ιταλικό, συνολικού εκτοπίσματος 658,400 τόνων. 1 παλαιό ελληνικό θωρηκτό, 10 αρματαγωγά και 6 υποβρύχια έναντι 8 ιταλικών θωρηκτών, 6 βαρέων καταδρομικών, 26 ελαφρών καταδρομικών, 61 μεταγωγών και 119 υποβρυχίων και όλα καλύτερης τεχνολογίας από τα ελληνικά. Συνολικά 143 ελληνικά αεροσκάφη διώξεως, βομβαρδισμού και παρατηρήσεως περιορισμένων δυνατοτήτων ετίθεντο απέναντι σε 400 ιταλικά αεροσκάφη πρώτης γραμμής. Οι Ιταλοί βομβάρδισαν μεγάλα αστικά κέντρα καθώς και σημεία στρατηγικού ενδιαφέροντος με πτωχά αποτελέσματα, αλλά με μεγάλες απώλειες αμάχων. Η μικρή μας αεροπορία, αντιμετωπίζοντας πληθώρα λειτουργικών και τεχνικών προβλημάτων, ανταπέδωσε με επιτυχείς βομβαρδισμούς των αεροδρομίων της Κορυτσάς, του Αργυροκάστρου και του Αυλώνα, καθώς και με αποτελεσματικές επιθέσεις κατά Ιταλικών στρατευμάτων. Αργότερα τον αγώνα των ελληνικών πιλότων ενίσχυσε και η παρουσία περιορισμένου αριθμού αεροσκαφών της RAF. Οι αερομαχίες των πιλότων μας εκτελούνται με πείσμα και αυτοθυσία. Η περίπτωση του υποσμηναγού Μητραλέξη και άλλων 30 τόσο άταφων αεροπόρων που έπεσαν στα κακοτράχαλα βουνά της Πίνδου και της Βορείου Ηπείρου, φθάνουν στα όρια.
Ωστόσο, παρά την αριθμητική και τεχνολογική υπεροχή της ιταλικής μηχανής, οι Έλληνες ρίχτηκαν στον αγώνα με το πάθος και την τόλμη που άρμοζε στην ιστορία τους. Άλλωστε δεν ήταν η πρώτη φορά που αντιμετώπιζαν αριθμητικά υπέρτερες και τεχνολογικά αρτιότερες εχθρούς. Η ιστορία μας θυμίζει τους Περσικούς πολέμους και την ηρωική μας επανάσταση κατά των Οθωμανών. Με το ίδιο λοιπόν απαράμιλλο θάρρος και κυριολεκτικά με το χαμόγελο στα χείλη, όπως τραγούδησε και η Σοφία Βέμπο. Ο Ελληνικός στρατός ξεκίνησε την περιπέτεια του πολέμου στην Αλβανία. Στο νου έρχονται τα λόγια του εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά, ο οποίος προέτρεπε τους Έλληνες στρατιώτες ‘’Αυτό το λόγο θα σας πω. Δεν έχω άλλο κανένα. Μεθύστε με το αθάνατο κρασί του 21
Και πραγματικά οι Έλληνες μαχητές, μεθυσμένοι και με θάρρος ρίχτηκαν στη μάχη σαν να βρισκόντουσαν σε γιορτή. Πασίγνωστα είναι τα κατορθώματα του στρατού μας στα παγωμένα βουνά της Αλβανίας και η πορεία τους στην Κορυτσά, το Αργυρόκαστρο, το Τεπελένι, στους Άγιους Σαράντα. Αξέχαστη και η εικόνα της Ελληνίδας Ηπειρώτισσας μάνας και αδελφής, σκαρφαλώνοντας με κόπο τα χιονισμένα βουνά προκειμένου να βοηθήσουν τον ανεφοδιασμό των μαχόμενων φαντάρων. Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει τους στρατούς τεσσάρων χωρών: Ιταλίας, Αλβανίας, Γερμανίας και Βουλγαρίας, αντιστεκόμενη επί 216 μέρες, όταν η αμέσως επόμενη αντίσταση της Νορβηγίας είχε διάρκεια 61 ημέρες.
Αν η Ελλάδα δεν καταποντίστηκε στον τρικυμιώδη εικοστό αιώνα και άντεξε την ολέθρια ήττα του 1922. Την τριπλή κατοχή του 1940-1944. Τον εμφύλιο του 1944-1949, την απριλιανή δικτατορία και τη συνακόλουθη απώλεια της μισής Κύπρου του 1974. Το οφείλει σε πολύ μεγάλο βαθμό στην σύνεση, τον κοινό νου και την μετριοπάθεια της γενιάς του 40, που αντιστάθηκε με γενναιότητα για ένα νηφάλιο και χαμηλόφωνο ανθρωπισμό της καθημερινής πράξης, στον μισάνθρωπο παροξυσμό και φανατισμό μιας ιδεολογίας της ακρότητας, η οποία οδήγησε στον αφανισμό δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων στην Ευρώπη και εκατοντάδων χιλιάδων στην πατρίδα μας. Σε αυτό τον πόλεμο αναδείχτηκαν ήρωες, όχι γιατί πολέμησαν ενάντια στη βία. Αυτό είναι νομοτέλεια, ούτε γιατί υπερασπίστηκαν τη γη τους. Αυτό είναι ηθική επιταγή. Αλλά γιατί αψήφισαν τη νιότη τους. Αυτοί οι άνθρωποι που ονομάζουμε ήρωες, είδαν τον κόσμο γύρω τους σαν θαύμα. Κινήθηκαν στον κίνδυνο όχι τόσο από αίσθηση ηρωικού καθήκοντος, όσο από αίσθημα ευγνωμοσύνης απέναντι στην ομορφιά του, στην ομορφιά της ζωής. Αυτοί ανύψωσαν το νόημα της ζωής πέρα από την τραγική συνθήκη του θανάτου. Έμειναν και έφυγαν νέοι και αγήρω όπως οι Ολυμπιακοί ήρωες.
Τα τελευταία χρόνια επανέρχεται στη δημόσια συζήτηση το θέμα του εορτασμού της εικοατής-ογδόης Οκτωβρίου, δηλαδή της αρχής του πολέμου και της εισόδου μας σε αυτόν. Επισημαίνεται συνήθως ότι οι υπόλοιποι λαοί της Ευρώπης εορτάζουν το τέλος του βήτα Παγκοσμίου Πολέμου το Μάιο του 1945. Κατ επέκταση, προτείνεται ότι θα ήταν ίσως καλύτερο να γίνουμε φυσιολογικοί και να γιορτάζουμε μαζί με τους άλλους τον Μάιο. Το όλο θέμα διανθίζεται και με τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου, που επίσης συναντά την αρχή και όχι την ολοκλήρωση της Ελληνικής Επανάστασης. Πίσω βρίσκεται η προσπάθεια να αποδομηθούν αυτά που θεωρούνται καταστατική μύθοι του ελληνικού έθνους. Η ιστορία είναι παλιά μύθος το Ζάλογγο, υπό αμφισβήτηση η εθνική συνείδηση των Σουλιωτών, επειδή πολλοί από αυτούς μιλούσαν αρβανίτικα.
Η 28η Οκτωβρίου ενοχλεί διότι τα έχει όλα. Τονίζει μια κορυφαία ιστορική στιγμή του ελληνικού λαού, στην οποία συμμετείχαν όλοι. Την απόφαση του δικτάτορα Μεταξά αποδέχτηκαν οι πάντες, περιλαμβανομένου και του έγκλειστου στις φυλακές αρχηγού του Κομμουνιστικού Κόμματος Ζαχαριάδη. Σηματοδοτεί την πρώτη θριαμβική νίκη εις βάρος του Άξονα. Αναδεικνύει τη βαριά αγάπη για την πατρίδα ως τον βασικό παράγοντα που ενέπνευσε τους πολεμιστές και τους οδήγησε στη νίκη. Δημιουργεί ένα ηρωικό πάνθεον που αγγίζει κάθε σπίτι, διότι το συγκροτούν οι παππούδες μας, οι Έλληνες της διπλανής πόρτας. Φωτίζει τη συλλογική πορεία του ελληνικού λαού, την επιβίωση και συνέχειά του. Δεν προτάσσει το άτομο έναντι του συνόλου, ούτε εγκωμιάζει τα τελευταία κοινωνικά δικαιώματα. Αντιθέτως, συγκροτεί συλλογική μνήμη μέσα από τον πατριωτισμό και την εθνική συνείδηση.
Η εικοστη-ογδόη Οκτωβρίου επιπλέον και κυρίως ενοχλεί διότι δεν μπορεί να προσπελαστεί ως μία κατασκευασμένη επέτειος ένας εκ των υστέρων επινοημένο μύθος. Ο χρόνος δεν έχει αμβλύνει τη μνήμη. Ο εορτασμός της δεν ήταν απόφαση άνωθεν. Η 28η Οκτωβρίου κατέκτησε τη θέση της δίπλα στην 25η Μαρτίου, εν μέσω της μαύρης κατοχής. Ήδη από την πρώτη επέτειο του όχι, χιλιάδες λαού σκέπασαν το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη με λουλούδια. Τα επόμενα δύο χρόνια, 1942 και 1943, οι Έλληνες τίμησαν την επέτειο με αίμα συγκρουόμενα με τους κατακτητές, όταν έβγαιναν με τις σημαίες στους δρόμους και κατέθεταν στεφάνια στη μνήμη των νεκρών αδελφών. Ο λαός επέβαλε τον εορτασμό της 28η Οκτωβρίου. Το κράτος ακολούθησε. Σε αυτό λοιπόν το σταυροδρόμι των τριών ηπείρων, το πανηγύρι κρατάει χρόνια στα μαρμαρένια αλώνια. Πάντα οι Έλληνες ζούσαν με το όπλο παρά πόδας για να αντιμετωπίσουν όλους. Τους εποφθαλμιούν ως κατακτητές. Ανατρέχοντας στο παρελθόν διαπιστώνουμε ότι οι Πέρσες δεν ζήτησαν τίποτα άλλο από τους Έλληνες παρά γην και ύδωρ. Άλλοι, όπως οι Φράγκοι και οι Οθωμανοί, άφησαν πίσω τους καμένη γη. Οι Ιταλοί ζήτησαν την πρόσβαση στα ελληνικά λιμάνια και συγκοινωνιακά δίκτυα, οδούς και σιδηροδρόμους και τους ακολούθησαν οι Γερμανοί, φέρνοντας την ολοκληρωτική καταστροφή.
Σήμερα, ο πόλεμος είναι οικονομικός, πνευματικός και ηθικός. Είναι πόλεμος κατά των αρχών, ιδεών και αξιών της φυλής μας. Πόλεμος που χτυπά τις ρίζες της. Η προπαγάνδα του εχθρού έχει εισβάλει με τη δική μας συγκατάθεση και ευθύνη μέσα στα σπίτια μας από όλα τα μέσα ενημέρωσης. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, η διαστρέβλωση της αλήθειας βασιλεύει αλαζονικά. Οι έννοιες έχουν χάσει το πραγματικό τους νόημα. Οι λέξεις κακοποιημένες έγιναν όπλα κατά της αλήθειας. Η αρετή, το φιλότιμο, η ανθρωπιά έγιναν απαξία, ενώ η ευτέλεια, το χρήμα και ό,τι ανήθικο αποτελούν κυρίαρχη δύναμη στο παγκόσμιο στερέωμα. Η φιλοπατρία βαφτίστηκε μισαλλοδοξία και συντηρητισμός. Την παράδοση της χώρας μας στους εχθρούς της την ονομάσαμε πρόοδο και ανάπτυξη. Και την προδοσία των αρχών και αξιών μας: Συναίνεση στην ειρηνική συνύπαρξη των λαών, τη στιγμή που οι ίδιοι οι εχθροί μας στήνουν πόλεμος σε διάφορα μέρη της γης. Η έννοια Έλληνας τείνει να αντικατασταθεί με τη μοντέρνα έννοια πολίτης του κόσμου. Λες και το δεύτερο δεν μπορεί να συνυπάρξει με το πρώτο.
Απέναντι στη φαντασίωση απόδρασης από αυτή την παρακμιακή εποχή, υπάρχει μια αμετακίνητη πραγματικότητα. Είμαστε αναγκαστικά ένοικοι μιας και μόνης εποχής, της δικής μας και σε αυτή μόνο μπορούμε και οφείλουμε να ζήσουμε. Σήμερα λοιπόν, που στεκόμαστε σχεδόν αδύναμοι απέναντι στις δυνάμεις της κοσμικής αταξίας και ιδιαίτερα απέναντι στους δείκτες των διαβόητων αγορών και του παραληρηματικού νέο-οθωμανισμού του Ερντογάν, μπορούμε να αντλήσουμε ελπίδα από το παράδειγμα της γενιάς του 40. Στον αντίποδα των: δεν βαριέσαι, εγώ θα λύσω το πρόβλημα, να περνάμε καλά τώρα, κυριάρχησαν τις τελευταίες δεκαετίες στον τόπο μας οι μικροί και μεγάλοι πρωταγωνιστές του 40. Άνθρωποι όλων των τάξεων, ασυμβίβαστοι ανάμεσα σε ζωή και θάνατο, μας δίδαξαν ότι τις επιθυμίες μας πρέπει να τις ρυθμίζουν οι αξίες της ατομικής, συλλογικής και εθνικής αξιοπρέπειας.
Το έπος του 40 είναι ο τελευταίος μεγάλος λόγγος του Ελληνισμού. Ο πιο κοντινός σε εμάς, ο οποίος μπορεί να εμπνέει, να κινητοποιεί και να συνέχει ένα λαό σε συνθήκες όπως οι σημερινές και να τον οδηγήσει σε μια νέα, απαραίτητη για την επιβίωσή του συλλογικότητα. Η υποταγή ενός λαού πραγματοποιείται μόνο αφού έχει προηγουμένως επιτευχθεί χαλάρωση της εθνολογικής συνοχής, καθώς και απώλεια της συλλογικής μνήμης, βασικά στοιχεία της οποίας αποτελούν η ιστορία και η γλώσσα του. Την απάντηση τη δίνει ο μεγάλος μας ποιητής, ο Γιώργος Σεφέρης, στην ακόλουθη διδακτική για εμάς φράση. Σβήνοντας κανείς ένα κομμάτι από το παρελθόν είναι σαν να σβήνει και ένα αντίστοιχο κομμάτι από το μέλλον.
Η διαχρονικά τεράστια στρατηγική σημασία της Ανατολικής Μεσογείου αυξάνεται ακόμη περισσότερο στις μέρες μας για ενεργειακούς και γεωπολιτικούς λόγους. Στη σκιά των ερειπίων της λεγόμενης Αραβικής Άνοιξης, της λαίλαπας της αυτοκρατορικού τύπου εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας και της λαχτάρας μεγάλου πλούτου των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου. Βιώνουμε όλοι στις μέρες μας την εξέλιξη μιας μεγάλης σύνθετης κρίσης στην περιοχή αυτή, με άμεση επίδραση στα εθνικά μας συμφέροντα. Οι εξελίξεις αυτές της ευρύτερης περιοχής επηρεάζουν τη χώρα μας. Η μόνη στρατιωτική απειλή προέρχεται από την Τουρκία, η οποία πληροί επακριβώς τον ορισμό της απειλής, δεδομένου ότι οι περιφερειακές επεκτατικές φιλοδοξίες της συμπεριλαμβάνουν κυριαρχικούς μας χώρους, τους οποίους διεκδικεί με παραληρηματικές πολιτικές δηλώσεις, καθώς και με προκλητικές στρατιωτικές ενέργειες πέρα από τη λογική. Δυστυχώς, η χώρα αυτή διαθέτει και τη δυνατότητα πραγματοποίησης των απειλών της. Και επαληθεύεται το διαχρονικό του μεγάλου Σωκράτη, ουδέν χαλεπότερο του γείτονος πονηρού και πλεονέκτου. Η Τουρκία, δυστυχώς, διαθέτει σημαντικά γεωπολιτικά ερείσματα, τα οποία υποχρεωτικά λαμβάνουν υπόψη τους τόσο οι μεγάλες δυνάμεις όσο και διεθνείς οργανισμοί.
Οι καιροί ου μενετοί. Εκείνο που χρειάζεται είναι η πίστη στις ικανότητές μας, η ενεργοποίηση του ελληνισμού όπου γης, η εμβάπτιση σε παραδοσιακές διαχρονικές αρετές, αξίες και πρότυπα μέσω της οικογένειας και της παιδείας, η κοινωνική και όχι η συντεχνιακή αλληλεγγύη με γνώμονα το εθνικό συμφέρον, η δημιουργία πραγματικής στρατιωτικής αποτροπής έναντι των κινδύνων που μας περιβάλλουν. Η επιλογή ηγεσιών με εθνικά και όχι με ιδιοτελή κριτήρια και η κομματική υπέρβαση στη χάραξη εθνικής στρατηγικής, τηρουμένης επακριβώς, ανεξαρτήτως των κυβερνητικών εναλλαγών. Ο σύγχρονος Έλληνας θα πρέπει με την πολιτική του ωρίμανση και την ενσυνείδητη συμμετοχή του στα κοινά, να στηρίξει τη Δημοκρατία που αποτελεί το πολυτιμότερο πολιτικό δώρο των προγόνων μας στην ανθρωπότητα και να διαψεύσει το απαξιωτικό ρητό που δηλώνει ότι οι λαοί εκλέγουν τις ηγεσίες που τους αξίζουν. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι οι πολιτικοί μας εκπρόσωποι μεταφέρουν την ανησυχία μας στην Εθνική αντιπροσωπεία σύμφωνα με την εθνική λογική. Εθνική λογική που δεν επιτρέπει στον κάθε Σλάβο να διεκδικεί τη Μακεδονία ιστορικά και εδαφικά. Στον κάθε Αλβανό να θέλει πέντε νομούς της Ελλάδας στη νότια Αλβανία, στον κάθε Τούρκο στη σκέψη αναβίωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, της οποίας η Ελλάδα είναι μία επαρχία.
Δικό μας λοιπόν χρέος είναι να επανακτήσουμε τις προγονικές αξίες, αίσθηση του μέτρου, φιλοτιμία, υπευθυνότητα, σωφροσύνη, μεγαλοψυχία, σεβασμό στον άνθρωπο και να στραφούμε ξανά στο ιδανικό που κατέστησε τους ανθρώπους μας απαράμιλλα πρότυπα ηρωισμού, είτε στο πεδίο της μάχης είτε στο στίβο της καθημερινής βιοπάλης.